Πως θα μπείτε στην ηλεκτρονική τάξη!

Category-Default-Image-01-460x270

Καλημέρα παιδιά.

Με χαρά διαπιστώνω ότι πάρα πολλοί μαθητές του 2ου Γυμνασίου έχετε ήδη εγγραφεί στο Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο.

Βοηθήστε και  τους συμμαθητές σας να εγγραφούν.

Πώς λοιπόν θα βρείτε την ηλεκτρονική μας τάξη;

Υπάρχει μια συγκεκριμένη διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσετε. Αν την κάνετε την πρώτη φορά, μετά θα είναι για σας ένα παιχνιδάκι.

Ήδη ηλεκτρονική τάξη έχουν κάνει οι καθηγητές : Γ. Μπήτρος, Ν. Πετρίτου, Γ. Λιάπης, Μ.Κασιάρα, Κ. Ζερβουδάκης και  θα ακολουθήσουν κι άλλοι καθηγητές σας.

Λοιπόν προσέξτε τις οδηγίες, ακολουθούμε  τα παρακάτω βήματα:

1. Μπαίνουμε στη διεύθυνση sch. gr

2. Στην πρώτη σελίδα πάμε στη στήλη δεξιά και πατάμε στο μενού που λέει: «Ηλεκτρονική τάξη»

3. Πάμε στα «Μαθήματα»

4. Εκεί ανοίγουν όλες οι γεωγραφικές περιφέρειες  της Ελλάδας. Επιλέγουμε: «Νομός Αττικής – Πειραιάς»

5. Κατόπιν: «Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση»

6. Στα σχολεία που υπάρχουν επιλέγουμε: «2ο Ημερήσιο Γυμνάσιο Αίγινας»

7. Εκεί θα δείτε  τους καθηγητές και τις καθηγήτριες που έχουν δημιουργήσει ηλεκτρονική τάξη. Επιλέγετε καθηγητή και βλέπετε  το υλικό.

Αυτός ο τρόπος μαθήματος λέγεται «Α- σύγχρονος τρόπος διδασκαλίας». Ο «Σύγχρονος» είναι με τηλεδιάσκεψη.

Ο κάθε καθηγητής /τρια θα σας δίνει  τις δικές  του οδηγίες.

Advertisement

Η  Αίγινα στον αγώνα  του 1821.

Αγαπητοί μαθητές και μαθήτριες μας,

με την ευκαιρία  της Εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου είναι πολύ χρήσιμο να θυμηθούμε μερικές σελίδες  της τοπικής μας ιστορίας. Συγκεκριμένα τη συμμετοχή της Αίγινας στον Αγώνα  του 1821.

Στις  φωτογραφίες που παραθέτουμε βλέπουμε ιστορικά  κτίρια.

Κατά σειρά: Η μεγάλη φωτογραφία αποτυπώνει το Τυπογραφείο που δεν υπάρχει σήμερα. Δημιουργήθηκε από τον Ι. Καποδίστρια. Δεξιά από πάνω προς τα κάτω : Ο Πύργος του Μάρκελου, το Κυβερνείο, η Μητρόπολη, το Ορφανοτροφείο και κάτω αριστερά το Σπίτι του Κωνσταντίνου Κανάρη (στη σημερινή πλατεία Εθνεγερσίας)

Από  τα πρώτα βήματα του, ο επισκέπτης της Αίγινας θα αντικρίσει  τα  σημάδια από τη συμμετοχή των Αιγινητών στα γεγονότα της Επανάστασης του 1821. Μια  σειρά από κτίρια, τα λεγόμενα Καποδιστριακά, όπως το Κυβερνείο, το Εϋνάρδειο, το Ορφανοτροφείο [Φυλακές], μαζί με τον Πύργο του Μαρκέλλου και τη Μεγάλη Εκκλησία [Μητρόπολη], πιστοποιούν το ρόλο που διεδραμάτισε η Αίγινα  πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την Επανάσταση. Ενώ αρχοντικά σπίτια , όπως του Κανάρη, του Σ. Τρικούπη, του Μαυροκορδάτου αποδεικνύουν περίτρανα  τη συμβολή  του νησιού  στην ανοικοδόμηση  και οργάνωση  του   ελεύθερου Ελληνικού κράτους.

Την συμμετοχή  της Αίγινας  στο θέατρο των επιχειρήσεων εξασφάλισε η προνομιακή γεωγραφική θέση  της  στο κέντρο του  Σαρωνικού κόλπου. Μια  θέση  που την κρατούσε  σε απόσταση ασφαλείας από  τις αντικρινές ακτές όπου διεξάγονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις , αλλά  και την καθιστούσε  βάση ανεφοδιασμού  και μεταφορών.

Μετά από αιώνες αλλεπάλληλων  κατακτήσεων  ο 19ος αιώνας  βρίσκει την Αίγινα  να μετρά τις πληγές της από τις πειρατικές επιδρομές  και τους κατοίκους της να κατοικούν φοβισμένοι στο λόφο της Παλιάς Χώρας. Στις αρχές του 19ου αι. μ.Χ. οι κάτοικοι του νησιού   αρχίζουν δειλά – δειλά  να εγκαταλείπουν την  Παλαιά Χώρα και να  εγκαθίστανται γύρω από το λιμάνι.  Άρχισαν να κτίζονται τα πρώτα σπίτια  και  τα πρώτα μαγαζιά. Το 1806 τελειώνει η Μητρόπολη.

Το 1820 η νέα πόλη είναι οργανωμένη. Γύρω στα 1824 αναφέρονται ότι υπάρχουν 120 σπίτια, ενώ η Τουρκική παρουσία είναι  ελάχιστη. Τα Αιγινήτικα πλοία που οργώνουν το Αιγαίο  αλλά και η μεγάλη επικοινωνία με τις  απέναντι ακτές της Αττικής και της Πελοποννήσου  βοηθούν στο να μεταδοθούν πολύ σύντομα οι ιδέες της Φιλικής Εταιρείας. Πολλοί Αιγινήτες μυούνται στα μυστικά της Εταιρείας με πρώτους  τον Αναστάσιο Μούρτζη, το  Μιχαήλ Οικονόμου Μούρτζη και τον  οπλαρχηγό Κυριάκο Μούρτζη. Σύμφωνα με την παράδοση στην παλιά εκκλησία των Ταξιαρχών στην Παχειά Ράχη ορκίζονται οι φιλικοί  και εκεί υψώνεται η σημαία της τοπικής επανάστασης. Ο  ηγούμενος της Παναγίας Χρυσολεόντισσας, Κύριλλος Λαμπαδάριος, βρίσκεται ανάμεσα στους Φιλικούς και ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης στην πόλη. Στις  18 Απριλίου η Αίγινα αναφέρεται ανάμεσα στις επαναστατημένες περιοχές. Πολύ σύντομα,  στρατιωτικά σώματα από την Παχειά Ράχη και την Πέρδικα συμμετέχουν στις  μάχες  των πρώτων χρόνων. Πολιτικοί και στρατιωτικοί αρχηγοί της Αίγινας ήταν ο Σπύρος Μάρκελλος και ο Γεώργιος Λογιωτατίδης που πολέμησαν στα  Δερβενάκια. Οπλαρχηγοί επικεφαλής του στρατού  της Αίγινας ήταν ο Γεώργιος Τσελεπής [με το βαθμό του χιλίαρχου] και ο Κυριάκος Μούρτζης  [υποχιλίαρχος]. Και  οι δύο έπεσαν στη μάχη στον Ανάλατο [24 Απριλίου 1827].

Από  το  πρώτο έτος  των πολεμικών επιχειρήσεων  85 Αιγινήτες συμμετέχουν στην πολιορκία της Ακροκορίνθου τον Απρίλιο και το Μάιο του 1821, μαζί με Αγκιστριώτες αγωνιστές στο πλευρό του Παπαφλέσσα. Στην  Α΄ πολιορκία  της Ακρόπολης των Αθηνών τον Απρίλιο του 1821 συμμετέχουν 50 Αιγινήτες. Αμείωτη είναι  και η  συμβολή  Αιγινητών στις επιχειρήσεις στα  Δερβένια τα έτη 1821- 22 και  1825 –27, καθώς και στις μάχες της Αγίας Μαρίνας και της Στυλίδας  πολεμώντας κάτω από τις διαταγές του Δ. Υψηλάντη.  Στα  Δερβενάκια εναντίον του Δράμαλη πασά πολεμούν 85 Αιγινήτες. Στα δύσκολα χρόνια που ακολουθούν,   1824 –  1825, αγωνιστές από την Αίγινα συμμετέχουν σε εχθροπραξίες στο Μαραθώνα, στην Αθήνα  και στην εκστρατεία στην  Ύδρα με δύναμη 57 ανδρών. Κατά  των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ πασά πολεμούν 22 Αιγινήτες. Στα τελευταία χρόνια της Επανάστασης  συναντούμε Αιγινήτες να πολεμούν στη Β΄ πολιορκία της Ακρόπολης των  Αθηνών  τα έτη 1826 –27, στο Χαϊδάρι το 1826 με 59 άνδρες, στην Αττική, στη Καστέλα, στο Φάληρο.

Σύμφωνα με την ιστορικό Γ. Κουλικούρδη   η αριθμητική συμμετοχή των Αιγινητών αγγίζει τους 361  πολεμιστές εκ των οποίων αρκετοί κατείχαν και  στρατιωτικούς βαθμούς. Ανάμεσα  τους υπήρξαν 23 Μπουλουξήδες, 4 Σημαιοφόροι, 5 Αξιωματικοί, 2 υπαξιωματικοί, 16 υπαξιωματικοί β΄ τάξης. Τέλος  από τους 361 αγωνιστές  η Αίγινα θρήνησε 17 νεκρούς , ενώ υπήρξαν και 13 τραυματίες.

Στους  ναυτικούς αγώνες η Αίγινα  με  την έναρξη  της  Επανάστασης  πρόσφερε  τα πλοία της που σύμφωνα με τον ιστορικό Α. Λιγνό ανέρχονταν σε  εξήντα οκτώ.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι κατά την διάρκεια  της Επανάστασης  η Αίγινα  συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό άμαχου πληθυσμού και προσφύγων  από νησιά που είχαν καταστρέψει οι Τούρκοι. Παράλληλα   από την εγκατάσταση στο νησί της  Αντικυβερνητικής Επιτροπής άρχισαν  να έρχονται πλούσιες οικογένειες, στρατιωτικές και πνευματικές προσωπικότητες από όλη την Ελλάδα.  Την εποχή που η Αίγινα είναι πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους,  ο πληθυσμός της αγγίζει τις 100.000  κατοίκους, ανάμεσα   στους οποίους  και η δυναμική  κοινότητα των Ψαριανών.

Ο  Ι. Καποδίστριας  θέτει   εδώ τις βάσεις  της οργάνωσης του Ελληνικού Κράτους. Ιδρύει Ορφανοτροφείο  για τα 600 ορφανά  του πολέμου,  Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Τεχνικές Σχολές, Σχολή Ευελπίδων, Ωδείο, Αλληλοδιδακτικό Σχολείο, η πρώτη Εθνική Βιβλιοθήκη, Εθνικό Τυπογραφείο, Ωρυκτολογικό Μουσείο. Με την μεταφορά  της  έδρας της Κυβέρνησης  στο Ναύπλιο, η Αίγινα  παραμένει για μεγάλο διάστημα  τόπος κατοικίας  πολλών πνευματικών  προσωπικοτήτων.  Ανάμεσα τους    ο Σ. Τρικούπης  και ο Γεώργιος Φίνλεϋ  που έγραψαν  ο καθένας την «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης».

Στις δεκαετίες που ακολουθούν  η Αίγινα μπαίνει σε τροχιά παρακμής, παρασύροντας  στη λήθη και τη λησμονιά  τα  μνημεία  και τα κτίρια μιας ένδοξης  περιόδου   που σήμερα αναμένουν καρτερικά  το ενδιαφέρον  και τη φροντίδα  μας  που θα τα αναδείξουν  σε  χώρους ιστορικού ενδιαφέροντος  για τους  κατοίκους και  τους  επισκέπτες της Αίγινας

Η ιστορία του Ιερού Ναού της Κυψέλης

Πληροφορίες για το μάθημα  των Θρησκευτικών όλων των τάξεων.

Στις φωτογραφίες βλέπουμε τον ναό σε όλες  τις χρονικές περιόδους μέχρι σήμερα.

Η ιστορία για την  ανοικοδόμηση του Ιερού Ναού της Ευαγγελίστριας στην Κυψέλη αναζητούνται στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού που ονομαζόταν τότε «Μαρνάς», αποφάσισαν να φτιάξουν ναό όχι στη σημερινή θέση της πλατείας της Κυψέλης, αλλά  στην περιοχή που σήμερα βρίσκονται τα συνεργεία αυτοκινήτων στου «Μπρίκια», στη λεωφόρο της Κυψέλης. Η Εκκλησία άρχισε να κτίζεται το διάστημα 1840 – 45. Το νέο τους ναό τον αφιέρωσαν στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Όμως δεν πρόλαβαν να τον εγκαινιάσουν γιατί μέσα σε μια νύχτα, ολόκληρη η σκεπή του ναού γκρεμίστηκε. Κανείς τότε δεν μίλησε για κακή κατασκευή, αλλά οι παλαιοί χωρικοί απέδωσαν το γκρέμισμα του ναού ως «σημάδι»  ότι η Παναγία  δεν ήθελε  την Εκκλησία της σε αυτή τη θέση. Για πολύ καιρό παρέμειναν εκεί  τα χαλάσματα του οικοδομήματος, χωρίς κανείς να τολμήσει να πει πως πρέπει να ξαναρχίσει η ανοικοδόμηση του ναού. Με  τον καιρό   και λόγω  της ύπαρξης της «χαλασμένης εκκλησιάς» εκεί, σε όλη την Αίγινα επικράτησε η τοπωνυμία «Στη Χαλασμένη Εκκλησία».

Τελικά  για έναν αιώνα επικράτησε η περιοχή , το χωριό να ονομάζεται «Χαλασμένη», μέχρι που ο πρόεδρος του Δ. Λορέντζος [Μητσάκης] εισηγήθηκε την μετονομασία του χωριού σε «Κυψέλη», γύρω στα 1949. Εν τω μεταξύ ο ναός παρέμενε για  δεκαετίες μισογκρεμισμένος. Οι κάτοικοι του χωριού αναζητούσαν νέα τοποθεσία  για την ανοικοδόμηση  της  εκκλησιάς τους. Η επιλογή έγινε στον χώρο που βρίσκεται σήμερα ο ενοριακός ναός, στη σημερινή πλατεία που τότε ήταν χωράφι ιδιοκτησίας της οικογένειας Πιτσιλού. Η ανοικοδόμηση του ναού πρέπει να έγινε μετά  το 1858, διότι δεν αναφέρεται στον κατάλογο των Ενοριών της Αίγινας που έγινε από την Κυβέρνηση του βασιλέα Όθωνα. Ο νέος μικρός ναός που είχε ξύλινη οροφή κάηκε το 1875 από αβλεψία του ιερέα Βασίλειου Λυκούρη. Ο τελευταίος παρ’ ότι η φωτιά οφειλόταν σε ατύχημα, θεώρησε τον εαυτό του υπαίτιο και αφιέρωσε  το υπόλοιπο της ζωής του στην ανέγερση του μεγάλου σημερινού ναού.

Ο π. Βασίλειος Λυκούρης κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες για να συγκεντρώσει τα χρήματα. Μεγάλα ποσά για το κτίσιμο του ναού, κατέβαλαν οι σφουγγαράδες και βουτηχτάδες του χωριού, ενώ δωρεάν πέτρα και πουριά προσφέρθηκαν από τα πολλά νταμάρια που λειτουργούσαν τότε στην περιοχή. Η ανοικοδόμηση του ναού ολοκληρώθηκε το 1880  και από τότε λειτουργείται αδιάκοπα, ενώ  αναγνωρίστηκε επίσημα και ως ενοριακός ναός. Χαρακτηριστικό επίσης είναι το στοιχείο ότι στο ναό αυτό υπηρέτησαν από τότε μέχρι σήμερα Κυψελιώτες ιερείς. Ο ναός αρχιτεκτονικά ανήκει στο ρυθμό του σταυροειδούς  μετά τρούλου. Διέθετε ένα παλιό καμπαναριό πάνω από κεντρική του είσοδο, στο οποίο κατά πάσα πιθανότητα είχαν τοποθετηθεί καμπάνες από εκκλησάκι της Παλαιάς Χώρας. Στη δεκαετία του 1970 το εκκλησιαστικό συμβούλιο αποφάσισε το γκρέμισμα του μικρού καμπαναριού. Επίσης ο ναός από την αρχή εφοδιάστηκε με ρολόι το οποίο σήμαινε την ώρα  και ρύθμιζε  τη ζωή  των χωρικών. Λίγο πριν το 1980 και όταν εφημέριος του ναού ήταν ο αρχιμ. Νεκτάριος Πανταζής, το εκκλησιαστικό συμβούλιο αποφάσισε να  μεγαλώσει το ναό προς τη νότια πλευρά του ώστε να επαρκεί ο εσωτερικός του χώρος κατά τις μεγάλες εορτές του χρόνου.

Τα σχέδια εκπονήθηκαν, αλλά   ποτέ  το έργο δεν ξεκίνησε. Λυσσαλέες  αντιδράσεις μερίδας κατοίκων του χωριού που υποστήριζαν ότι θα αλλάξει η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του ναού αλλά και της πλατείας οδήγησαν στην ματαίωση  του έργου. Διχογνωμίες, αντιπαλότητες, επεισόδια, αντιμαχόμενες συγκρούσεις, μικροκομματικές  ανόητες διαφορές πίκραναν  τον εφημέριο π. Νεκτάριο  και δίχασαν  την ενορία.. Τα  χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί χρησιμοποιήθηκαν για την  αγιογράφηση  του ναού. Εν τω μεταξύ κάποιοι μεθόδευσαν  τις ενέργειές τους ώστε ο ναός και η γύρω από αυτόν πλατεία, να χαρακτηριστεί με απόφαση του  Υπουργείου Πολιτισμού, «Διατηρητέο Μνημείο» [Φ.Ε.Κ. 574/26.6.1980]. Απόφαση που φέρει την υπογραφή του τότε υπουργού πολιτισμού Α. Ανδριανόπουλου, αλλά που δυσχεραίνει κάθε προσπάθεια συντήρησης του κτιρίου το οποίο χρειάζεται επιτακτικά κάποιες επεμβάσεις.

Ωστόσο ο ναός της Ευαγγελίστριας στην Κυψέλη,  χάρη στην αγάπη   των σημερινών Κυψελιωτών και στις άοκνες προσπάθειες  του εφημέριου της π. Νεκταρίου Κουκούλη  και του εκκλησιαστικού συμβουλίου δεν παύει να είναι ένα αρχιτεκτονικό στολίδι, ένας όμορφος συμμετρικός ναός με νησιώτικες πινελιές και  μεγάλες δόσεις Αιγινήτικης πέτρας. Δεν παύει να δεσπόζει με τον ασημί του τρούλο και το πέτρινο καμπαναριό πάνω από τις παλιές αγροικίες και τα νεώτερα κτίσματα του χωριού. Να είναι το κέντρο της λατρευτικής, πνευματικής και κοινωνικής ζωής του χωριού, που συγκεντρώνει  τους ανθρώπους του τόπου στα πανηγύρια στις μεγάλες εθνικές και θρησκευτικές γιορτές, στις ευχάριστες και δυσάρεστες στιγμές τους. Να  αποτελεί έτσι  μια πραγματικά πνευματική ζεστή Κυψέλη,   να  ρυθμίζει την εργασία αλλά και να συντροφεύει τον ύπνο των Κυψελιωτών με το γλυκό ήχο του ρολογιού του.